
Πρόκειται για δέντρο που καλλιεργείται για τα φρούτα του, τα οποία τρώγονται νωπά ή ξερά και χρησιμοποιούνται για την παρασκευή μαρμελάδων. Οι διάφορες ποικιλίες της δαμασκηνιάς προέρχονται, κυρίως, από δύο είδη: το Προύνος ο ήμερος – Prunus domestica - (ευρωπαϊκές δαμασκηνιές) και Προύνος ο ιτεόμορφος – Prunus salicina - (ιαπωνικές δαμασκηνιές). Στην Ελλάδα καλλιεργούνται και τα δύο είδη. Οι ιαπωνικές δαμασκηνιές είναι πιο κατάλληλες για τις νότιες περιοχές, επειδή δεν χρειάζονται πολύ χαμηλές χειμωνιάτικες θερμοκρασίες για ν' ανθίσουν και να καρποφορήσουν και κυρίως επειδή έχουν πρώιμη ανθοφορία (από τα μέσα Μαρτίου ως τα μέσα Απριλίου), που στις βόρειες περιοχές μπορεί να καταστραφεί από τις όψιμες παγωνιές. Για τις περιοχές αυτές είναι πιο κατάλληλες οι ποικιλίες της ευρωπαϊκής δαμασκηνιάς, που αντέχουν περισσότερο στο κρύο (καλλιεργούνται ακόμα και στις σκανδιναβικές χώρες) και ανθίζουν πιο αργά (το πρώτο εικοσαήμερο του Απριλίου).
Οι δαμασκηνιές είναι φυλλοβόλα δέντρα, ύψους 8-10 μ., με πλατιά «κόμη» και μάλλον επιφανειακό ριζικό σύστημα. Τα δέντρα αυτά δεν ζουν πολλά χρόνια (περίπου 30). Τα φύλλα τους βγαίνουν λίγο μετά από τα λουλούδια. Ο κορμός τους είναι σκεπασμένος μ' ένα μαύρο φλοιό, που παρουσιάζει ρωγμές.
Είδη και ποικιλίες
Ευρωπαϊκές δαμασκηνιές
Προύνος ο κερασιόκαρπος (Prunuscerasifera). Γνωστό και σαν μυροβάλανος, το είδος αυτό έχει ύψος 10 περίπου μ. και παράγει μικρά δαμάσκηνα σε κόκκινο ή κίτρινο χρώμα. Χρησιμοποιείται κυρίως σαν υποκείμενο.
Προύνος ο ήμερος (Prunusdomestica). Έχει όρθια κλαδιά, άσπρα λουλούδια και ωοειδή δερματώδη φύλλα, χνουδωτά στην κάτω επιφάνεια. Η σάρκα των καρπών αποσπάται εύκολα από τον πυρήνα (κουκούτσι). Απ'αυτό το είδος προέρχονται οι ποικιλίες που καλλιεργούνται στην Ευρώπη. Πολλές απ' αυτές παράγουν φρούτα τα οποία τρώγονται νωπά, αλλά είναι επίσης κατάλληλα και για αποξήρανση και για παρασκευή μαρμελάδων και ζελέ.
Από τις ποικιλίες της ήμερης δαμασκηνιάς (Prunusdomestica) αναφέρουμε τις εξής:
Πραγματικές δαμασκηνιές: «Δαμάσκηνα Σκοπέλου», «Δαμάσκηνα d' Agen», «γερμανική δαμασκηνιά», «Στάνλευ» ("Stanley"), «Πρέζιντεντ» ("President"), «Μπλουέφρ» ("Bluefre"), όλα τυπικά δαμάσκηνα με ωοειδές σχήμα, μοβ-κόκκινη φλούδα και κίτρινη ή κιτρινοπράσινη σάρκα, που αποσπάται εύκολα από τον πυρήνα. Τα δαμάσκηνα αυτά τρώγονται νωπά και, επίσης, είναι κατάλληλα για αποξήρανση και μαρμελάδες.
Μιραμπέλες: μικρά δαμάσκηνα, στρογγυλά, κίτρινα, με μαλακή σάρκα, που τρώγονται νωπά αλλά και χρησιμοποιούνται, επίσης, για κομπόστες και μαρμελάδες.
Ρεγκλότες (ReinesClaudes). Από τις πιο γνωστές ρεγκλότες είναι αυτές που έχουν σφαιρικό σχήμα και πράσινο χρώμα, αλλά υπάρχουν και ποικιλίες με σκούρο μπλε χρώμα. Έχουν σκληρή σάρκα και τρώγονται νωπά αλλά χρησιμοποιούνται επίσης για κομπόστες και για μαρμελάδες.
Προύνος ο εμβόλιμος (Prunusinsititia). Γνωστό και σαν κορομηλιά ή τζανεριά, το είδος αυτό είναι μικρό δέντρο ύψους 2 περίπου μ., με χνουδωτά κλαδιά και μεγάλα μοβ ή κίτρινα φρούτα. Χρησιμοποιείται και σαν υποκείμενο.
Ιαπωνικές δαμασκηνιές:
Προύνος ο ιτεόμορφος (Prunussalicina). Έχει κρεμάμενα κλαδιά, λεπτά, λογχοειδή φύλλα και άσπρα λουλούδια. Η σάρκα των φρούτων είναι σκληρή και προσκολλημένη στον πυρήνα. Τα δαμάσκηνα αυτά τρώγονται μόνο νωπά. Οι ιαπωνικές δαμασκηνιές είναι πιο παραγωγικές από τις ευρωπαϊκές.
Από τις ποικιλίες της ιαπωνικής δαμασκηνιάς αναφέρουμε την «Μπούρμπανκ» ("Burbank") με μεγάλα, κόκκινα φρούτα και σκληρή σάρκα (αυτόστειρη), «Φλωρεντία» ("Florentia"), «Σίρο» ("Shiro") με σφαιροειδή φρούτα, σάρκα και φλούδα κίτρινες (αυτόσειρες), «Σάντα Ρόζα» ("SantaRosa") με μεγάλα, στρογγυλά, κόκκινα φρούτα.
Πολλές ιαπωνικές δαμασκηνιές είναι αυτόστειρες: για να μπορέσουν να γονιμοποιηθούν και, συνεπώς, να καρποφορήσουν, θα πρέπει να φυτέψετε δίπλα στην αυτόστειρη ποικιλία μια δαμασκηνιά άλλης ποικιλίας, που να μπορεί να γονιμοποιήσει αυτήν που έχετε διαλέξει. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται λιγότερο στις ευρωπαϊκές ποικιλίες.
Τεχνική της καλλιέργειας
Η δαμασκηνιά προτιμά τα δροσερά αλλά καλά αποστραγγιζόμενα εδάφη. Επειδή έχει μάλλον επιφανειακό ριζικό σύστημα, μπορεί ν'αναπτυχθεί ακόμα και σε εδάφη με μικρό βάθος∙ για τον ίδιο λόγο δεν είναι καθόλου ανθεκτική στην ξηρασία ενώ μπορεί ν'αντέξει τα στάσιμα νερά. Η ευρωπαϊκή δαμασκηνιά προσαρμόζεται καλύτερα από την ιαπωνική σε αργιλώδη εδάφη.
Το φύτεμα γίνεται το φθινόπωρο ή την άνοιξη, σ' ένα έδαφος εμπουτισμένο με οργανικά και ανόργανα λιπάσματα. Το σημείο του εμβολιασμού θα πρέπει να βρίσκεται πάνω από την επιφάνεια του εδάφους. Δίπλα σε κάθε νεαρό δέντρο θα πρέπει να τοποθετείτε έναν πάσσαλο για στήριγμα. Αν θέλετε να φυτέψετε περισσότερα δέντρα είναι απαραίτητο ν'αφήσετε μια απόσταση 4-7 μ. απ' όλες τις πλευρές (για διαμόρφωση σε σχήμα κυπέλλου) ή 3-4 μ. πάνω στις γραμμές και 4-5 μ. ανάμεσα σ'αυτές (για διαμόρφωση σε παλμέττα. Όταν καλλιεργείτε το χώμα κάτω από το δένρο, για να ξεριζώσετε τα ζιζάνια ή για να ρίξετε λίπασμα, θα πρέπει να προσέχετε πολύ, ώστε να μην πληγώσετε το ριζικό του σύστημα.
Τα δαμάσκηνα μαζεύονται από το τέλος Ιουνίου ως τον Σεπτέμβριο, όταν έχουν ωριμάσει εντελώς (είναι έτοιμα όταν κουνώντας το φυτό πέφτουν από μόνα τους). Μετά τη συγκομιδή δεν διατηρούνται για πολύ, γι'αυτό σας συμβουλεύουμε να μαζεύετε τα δαμάσκηνα που προορίζονται για αποθήκευση πριν ωριμάσουν τελείως. Η παραγωγή της δαμασκηνιάς γίνεται κανονική ύστερα από 5 χρόνια. Τα δέντρα αυτά καρποφορούν για 20 περίπου χρόνια.
Πολλαπλασιασμός
Η σπορά γίνεται σχεδόν αποκλειστικά για την παραγωγή υποκειμένων. Οι ποικιλίες παρουσιάζονται με εμβολιασμό με «κοιμώμενο οφθαλμό» τον Αύγουστο – Σεπτέμβριο. Το υποκείμενο που χρησιμοποιείται περισσότερο για τη δαμασκηνιά είναι ο Προύνος ο κερασιοφόρος (Prunuscerasifera), κοινώς μυροβάλανος. Η δαμασκηνιά που εμβολιάζεται πάνω σε μυροβάλανο αναπτύσσεται πολύ καλά και προσαρμόζεται ακόμα και σε υγρά και βαριά εδάφη. Άλλα υποκείμενα είναι η ροδακινιά, η αμυγδαλιά και τα σπορόφυτα, από ποικιλίες ευρωπαϊκής δαμασκηνιάς. Υπάρχουν επίσης άριστα υποκείμενα με τα αρχικά ΕΜ ή GF, που έχουν δημιουργηθεί σε πειραματικούς δεντροκομικούς σταθμούς.
Κλάδεμα
Η δαμασκηνιά διαμορφώνεται συνήθως σε σχήμα κυπέλλου ή σε σχήμα παλμέττας. Όσο για το κλάδεμα παραγωγής, οι ιαπωνικές ποικιλίες χρειάζονται διαφορετικό απο τις ευρωπαϊκές. Οι ιαπωνικές δαμασκηνιές παράγουν φρούτα πάνω σε μεικτούς βλαστούς του προηγούμενου χρόνου και σε ανθοφόρα κεντριά (που σχηματίζονται πάνω σε κλαδιά δύο ή περισσότερων χρόνων). Το κλάδεμα, που πρέπει να είναι μάλλον «αυστηρό», συνίσταται στο αραίωμα των μεικτών βλαστών του προηγούμενου χρόνου και στην επιβράχυνση των κλαδιών που έχουν ηλικία δύο χρόνων. Αρκετές ιαπωνικές ποικιλίες έχουν επίσης την τάση να φορτώνονται με πάρα πολλά φρούτα, γι' αυτό κανονικά θα πρέπει να τ' αραιώνετε αν θέλετε να έχετε μεγάλα και καλής ποιότητας δαμάσκηνα. Οι ευρωπαϊκές δαμασκηνιές χρειάζονται λιγότερο αυστηρό κλάδεμα, που συνίσταται στο αραίωμα τω μικρών ετήσιων βλαστών.
Ζωικοί εχθροί και ασθένειες
Η δαμασκηνιά προσβάλλεται συνήθως από τα έντομα και τις ασθένειες που προσβάλλουν όλα τα πυρηνόκαρπα και, κυρίως, τη ροδακινιά.
Η αλευρώδης αφίδα της ροδακινιάς και της δαμασκηνιάς (Hyalopteruspruni) σχηματίζει κηρώδεις αποικίες στα σημεία που έχουν προσβληθεί. Τα φύλλα ξεραίνονται και πέφτουν. Οι καρποί αναπτύσσονται ελάχιστα και πέφτουν πριν ωριμάσουν.
Η πράσινη αφίδα της ροδακινιάς (Myzuspersicae) προσβάλλει και τη δαμασκηνιά: τρυπάει και δημιουργεί φλύκταινες στα φύλλα, που ξεραίνονται και πέφτουν. Η καταπολέμηση συνίστααται σε ψεκασμούς με ωοκτόνο χειμερινό πολτό πριν το άνοιγμα των μπουμπουκιών και σ' ένα δεύτερο ψεκασμό με θειική νικοτίνη ή άλλο εντομοκτόνο, όταν σχηματιστούν οι καρποί.
Το κοκκοειδές (ψώρα) του Σαν Ζοζέ (Quadraspidiotusperniciosus) προσβάλλει τον κορμό και τα κλαδιά, όπου σχηματίζει κρούστες, αποτελούμενες από τα ασπίδια, τα οποία προστατεύουν αυτά τα μικροσκοπικά έντομα. Μερικές φορές προσβάλλονται ακόμα και τα φύλλα. Πάνω στους καρπούς των άρρωστων δέντρων εμφανίζονται κόκκινες κηλίδες (αν η φλούδα έχει σκούρο χρώμα). Η καταπολέμηση συνίσταται στη χρήση πολυθειούχου βαρίου ή ασβεστίου ή κίτρινου χειμερινού πολτού στη διάρκεια της βλαστιτικής ανάπαυσης. Με το άνοιγμα των μπουμπουκιών, αντίθετα, χρησιμοποιείται θερινός πολτός.
Η μουμιοποίηση των καρπών προκαλείται απο δύο μύκητες (Monilialaxa και Moniliafructigena): τα λουλούδια, τα μπουμπούκια, οι βλαστοί και τα φύλλα που προσβάλλονται απ'αυτούς πιάνουν μούχλα, ενώ οι καρποί μουμιοποιούνται και παραμένουν προσκολλημένοι πάνω στο δέντρο. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να κόψετε τα προσβλημένα μέρη και τους μουμιοποιημένους καρπούς και να ψεκάσετε τα δέντρα με μυκητοκτόνα φάρμακα.
Ο εξώασκος είναι ένας μύκητας (Taphrinadeformans) που προσβάλλει την δαμασκηνιά. Προκαλεί φλύκταινες πάνω στα φύλλα, τα οποία παίρνουν ένα κοκκινωπό χρώμα και σιγά-σιγά ξεραίνονται και πέφτουν. Τα άρρωστα δέντρα παράγουν ελάχιστους καρπούς. Η καταπολέμηση γίνεται με μυκητοκτόνα που έχουν σαν βάση το Ζιράμ ή το TMTD.
Η μολύβδωση προκαλείται από ένα μύκητα (Stereumpurpureum), που προσβάλλει τα φύλλα, τα οποία αποκτούν ένα μεταλλικό – ασημί χρώμα, ενώ ταυτόχρονα παραμορφώνονται και γίνονται εύθραυστα και σαρκώδη. Επίσης ο κορμός και τα κλαδιά παρουσιάζουν μεγάλες εσωτερικές νεκρώσεις και καλύπτονται από γκριζωπά ημικυκλικά καρποφόρα σώματα, με ανάγλυφες ή κυματοειδείς παρυφές. Η μόλυνση μεταδίδεται από τα μη επουλωμένα τραύματα που μένουν ακάλυπτα. Η καταπολέμηση συνίσταται, επομένως, στην προστασία των κομμένων επιφανειών με τις κατάλληλες μαστίχες.
Τέλος, η εκβολή γόμας από κάποιο σημείο του δέντρου μπορεί να οφείλεται ή σε πληγές που έχουν προκληθεί από μηχανικούς παράγοντες ή από προσβολές παρασίτων. Στην περίπτωση αυτή χρειάζονται ψεκασμοί με βάση το χαλκό, κυρίως το βορδιγάλειο πολτό ή με μη χαλκούχα φυτοφάρμακα, όπως το Θιράμ και το Ζιράμ.